Ένα έργο, το οποίο διαφέρει από τα υπόλοιπα έργα του Πλάτωνος ως προς τη μορφή, καθ’ όσον μία απολογία δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο διαλόγου. Ο Σωκράτης, πρότυπο ενάρετου ανδρός, με δικαιοσύνη, σωφροσύνη, ανδρεία, ήθος και ανιδιοτέλεια, θα πέσει θύμα διαβολών, συκοφαντιών, υβριστικής διάθεσης, φθόνου και εμπάθειας και θα οδηγηθεί (σε ηλικία εβδομήντα χρόνων) σε δίκη.
Ο Πλατωνικός διάλογος, αποτελείται από τρία μέρη. Το πρώτο περιλαμβάνει την απολογία του Σωκράτη, το δεύτερο την πρόταση για τον προσδιορισμό της ποινής και το τρίτο τη φιλική συνομιλία του Σωκράτη με όσους έδωσαν αθωωτική ψήφο στη δίκη, τους οποίους μάλιστα θεωρεί ως τους πραγματικούς δικαστές.
Απολογούμενος ο Σωκράτης, θα κάνει αναφορά στους «πρώτους κατηγόρους» του, από τους οποίους προήλθαν οι «παλιές» διαβολές και οι κατηγορίες των «πολλών», που ισχυρίζονται ότι ο Σωκράτης παρανομεί και χάνει άσκοπα το χρόνο του αναζητώντας όσα βρίσκονται κάτω από τη γη και στον ουρανό, μετατρέποντας τον ασήμαντο λόγο σε σημαντικό, διδάσκοντας τα ίδια και σε άλλους. Αιτία των διαβολών αυτών, υπήρξε η σοφία του.
Ο γνωστός σε όλους (την εποχή εκείνη) Χαιρεφών, επισκέπτεται το Μαντείο των Δελφών και ζητά να μάθει αν υπάρχει κάποιος σοφότερος από τον Σωκράτη. Η Πυθία αφού έδωσε χρησμό, ότι κανένας δεν είναι σοφότερος, αναρωτιέται ο Χαιρεφών τι εννοεί άραγε ο θεός, και τι άραγε υπενίσσεται και αρχίζει να αναζητά κάποιο σοφό, ανάμεσα στους πολιτικούς, στους ποιητές, στους τεχνίτες και σε όποιον άλλο θεωρείται ότι «ξέρει κάτι». Ελέγχοντας τις γνώσεις τους, προσπαθεί να ανακαλύψει «τι εννοεί ο θεός», αφού ο ίδιος γνώριζε ότι δεν είναι σοφός. Έκπληκτος, διαπιστώνει ότι επειδή οι εξεταζόμενοι ήταν σπουδαίοι σε κάποιο τομέα, νόμιζαν ότι ήταν σοφοί και σε όλους τους άλλους τομείς, σε αντίθεση με τον ίδιο που ομολογούσε: "αυτά που δε γνωρίζω ούτε και ισχυρίζομαι ότι τα γνωρίζω".
Κύριος κατήγορος του Σωκράτη σ’ αυτή τη δίκη είναι ο Μέλητος (από την πλευρά των ποιητών) και συγκατήγοροί του, ο Άνυτος (εκ μέρους των πολιτικών και των τεχνιτών) και ο Λύκων των ρητόρων. Ποιά ήταν η κατηγορία; Ο Σωκράτης λένε ότι παρανομεί επειδή διαφθείρει τους νέους και επειδή δεν πιστεύει στους θεούς που πιστεύει η πόλη, αλλά σε καινούριες θεότητες. Παρά το ότι οι κατήγοροι γίνονται καταγέλαστοι από την αδυναμία τους να υποστηρίξουν τα καταγγελόμενα και οι κατηγορίες τους μία προς μία καταρρίπτονται, εν τούτοις το δικαστήριο θα κρίνει το Σωκράτη ένοχο. Τριάντα και μόνο ψήφοι αν είχαν δοθεί αντίθετα, η απόφαση θα ήταν αθωωτική.
Μετά την ανακοίνωση της απόφασης, ακολουθεί η «δευτερολογία» του Σωκράτη, με την πρότασή του για το ύψος της ποινής. Απορρίπτει τις ποινές των ισοβίων δεσμών και της εξορίας, καθώς και την «υπό όρους» αθώωσή του, προκειμένου να σταματήσει να ασχολείται με την φιλοσοφία, λέγοντας: "Aνδρες Αθηναίοι, εγώ σας εκτιμώ μεν και σας αγαπώ, θα υπακούσω όμως περισσότερο στον θεό παρά σε σας και όσο αναπνέω ... δεν θα πάψω να φιλοσοφώ .." Αντιπροτείνει, ως δίκαιη και αντάξια αμοιβή για ένα φτωχό ευεργέτη της πόλης, τη σίτησή του στο πρυτανείο και δηλώνει ότι αν είχε χρήματα θα μπορούσε ίσως να πληρώσει κάποιο πρόστιμο, αλλά λόγω του ότι βρίσκοταν σε πάρα πολύ μεγάλη φτώχεια, εξ αιτίας της αφοσίωσής του στον θεό προτείνει ως πρόστιμο μία μνα, που με παρέμβαση των παρισταμένων φίλων του, αυξήθηκε σε τριάντα μνας.
Το τρίτο μέρος του διαλόγου περιλαμβάνει τη «φιλική» συζήτηση που είχε ο Σωκράτης (μετά την ανακοίνωση της οριστικής του καταδίκης) με όσους έδωσαν αθωωτική ψήφο. Γίνονται ιδιαίτερες αναφορές στο ζήτημα του θανάτου, στο Σωκρατικό «δαιμόνιο» καθώς και στους τρεις [γιός|γιούς] του. Οδηγούμενος στη φυλακή, θέτει στους φίλους του τον προβληματισμό: ... αλλά ήδη είναι ώρα να αναχωρήσομε, εγώ μεν προς τον θάνατο, εσείς δε προς τη ζωή· ποιοί όμως από εμάς οδηγούνται σε καλύτερη κατάσταση, σε όλους είναι άγνωστο εκτός από τόν θεό.
Ο Σωκράτης δεν απολογήθηκε ανεβαίνοντας στο βήμα του δικαστηρίου, αλλά με βήμα το κατώφλι του θανάτου απευθύνθηκε στην ανθρωπότητα του μέλλοντος. ΤΕΛΟΣ.
Πλάτων - Απολογία Σωκράτους
Ο Πλατωνικός διάλογος, αποτελείται από τρία μέρη. Το πρώτο περιλαμβάνει την απολογία του Σωκράτη, το δεύτερο την πρόταση για τον προσδιορισμό της ποινής και το τρίτο τη φιλική συνομιλία του Σωκράτη με όσους έδωσαν αθωωτική ψήφο στη δίκη, τους οποίους μάλιστα θεωρεί ως τους πραγματικούς δικαστές.
Απολογούμενος ο Σωκράτης, θα κάνει αναφορά στους «πρώτους κατηγόρους» του, από τους οποίους προήλθαν οι «παλιές» διαβολές και οι κατηγορίες των «πολλών», που ισχυρίζονται ότι ο Σωκράτης παρανομεί και χάνει άσκοπα το χρόνο του αναζητώντας όσα βρίσκονται κάτω από τη γη και στον ουρανό, μετατρέποντας τον ασήμαντο λόγο σε σημαντικό, διδάσκοντας τα ίδια και σε άλλους. Αιτία των διαβολών αυτών, υπήρξε η σοφία του.
Ο γνωστός σε όλους (την εποχή εκείνη) Χαιρεφών, επισκέπτεται το Μαντείο των Δελφών και ζητά να μάθει αν υπάρχει κάποιος σοφότερος από τον Σωκράτη. Η Πυθία αφού έδωσε χρησμό, ότι κανένας δεν είναι σοφότερος, αναρωτιέται ο Χαιρεφών τι εννοεί άραγε ο θεός, και τι άραγε υπενίσσεται και αρχίζει να αναζητά κάποιο σοφό, ανάμεσα στους πολιτικούς, στους ποιητές, στους τεχνίτες και σε όποιον άλλο θεωρείται ότι «ξέρει κάτι». Ελέγχοντας τις γνώσεις τους, προσπαθεί να ανακαλύψει «τι εννοεί ο θεός», αφού ο ίδιος γνώριζε ότι δεν είναι σοφός. Έκπληκτος, διαπιστώνει ότι επειδή οι εξεταζόμενοι ήταν σπουδαίοι σε κάποιο τομέα, νόμιζαν ότι ήταν σοφοί και σε όλους τους άλλους τομείς, σε αντίθεση με τον ίδιο που ομολογούσε: "αυτά που δε γνωρίζω ούτε και ισχυρίζομαι ότι τα γνωρίζω".
Κύριος κατήγορος του Σωκράτη σ’ αυτή τη δίκη είναι ο Μέλητος (από την πλευρά των ποιητών) και συγκατήγοροί του, ο Άνυτος (εκ μέρους των πολιτικών και των τεχνιτών) και ο Λύκων των ρητόρων. Ποιά ήταν η κατηγορία; Ο Σωκράτης λένε ότι παρανομεί επειδή διαφθείρει τους νέους και επειδή δεν πιστεύει στους θεούς που πιστεύει η πόλη, αλλά σε καινούριες θεότητες. Παρά το ότι οι κατήγοροι γίνονται καταγέλαστοι από την αδυναμία τους να υποστηρίξουν τα καταγγελόμενα και οι κατηγορίες τους μία προς μία καταρρίπτονται, εν τούτοις το δικαστήριο θα κρίνει το Σωκράτη ένοχο. Τριάντα και μόνο ψήφοι αν είχαν δοθεί αντίθετα, η απόφαση θα ήταν αθωωτική.
Μετά την ανακοίνωση της απόφασης, ακολουθεί η «δευτερολογία» του Σωκράτη, με την πρότασή του για το ύψος της ποινής. Απορρίπτει τις ποινές των ισοβίων δεσμών και της εξορίας, καθώς και την «υπό όρους» αθώωσή του, προκειμένου να σταματήσει να ασχολείται με την φιλοσοφία, λέγοντας: "Aνδρες Αθηναίοι, εγώ σας εκτιμώ μεν και σας αγαπώ, θα υπακούσω όμως περισσότερο στον θεό παρά σε σας και όσο αναπνέω ... δεν θα πάψω να φιλοσοφώ .." Αντιπροτείνει, ως δίκαιη και αντάξια αμοιβή για ένα φτωχό ευεργέτη της πόλης, τη σίτησή του στο πρυτανείο και δηλώνει ότι αν είχε χρήματα θα μπορούσε ίσως να πληρώσει κάποιο πρόστιμο, αλλά λόγω του ότι βρίσκοταν σε πάρα πολύ μεγάλη φτώχεια, εξ αιτίας της αφοσίωσής του στον θεό προτείνει ως πρόστιμο μία μνα, που με παρέμβαση των παρισταμένων φίλων του, αυξήθηκε σε τριάντα μνας.
Το τρίτο μέρος του διαλόγου περιλαμβάνει τη «φιλική» συζήτηση που είχε ο Σωκράτης (μετά την ανακοίνωση της οριστικής του καταδίκης) με όσους έδωσαν αθωωτική ψήφο. Γίνονται ιδιαίτερες αναφορές στο ζήτημα του θανάτου, στο Σωκρατικό «δαιμόνιο» καθώς και στους τρεις [γιός|γιούς] του. Οδηγούμενος στη φυλακή, θέτει στους φίλους του τον προβληματισμό: ... αλλά ήδη είναι ώρα να αναχωρήσομε, εγώ μεν προς τον θάνατο, εσείς δε προς τη ζωή· ποιοί όμως από εμάς οδηγούνται σε καλύτερη κατάσταση, σε όλους είναι άγνωστο εκτός από τόν θεό.
Ο Σωκράτης δεν απολογήθηκε ανεβαίνοντας στο βήμα του δικαστηρίου, αλλά με βήμα το κατώφλι του θανάτου απευθύνθηκε στην ανθρωπότητα του μέλλοντος. ΤΕΛΟΣ.
Πλάτων - Απολογία Σωκράτους
1 σχόλιο:
Ποπό, σήμερα πρωτοβρέθηκα εδώ.
Να είστε καλά όποιος/α/οι κάνει αυτήν την προσπάθεια.
Δημοσίευση σχολίου